12-12-2010

Φαρμακοδυναμικές παράμετροι που επηρεάζουν τη δράση των φαρμάκων - Δρ. Αχιλ. Ε. Γεωργιάδης, ρευματολόγος

Φαρμακοδυναμικές παράμετροι που επηρεάζουν τη δράση των φαρμάκων - Δρ. Αχιλ. Ε. Γεωργιάδης, ρευματολόγος

Ανοχή στο φάρμακο (drug tolerance):
Ορίζεται σαν την βαθμιαία μείωση του θεραπευτικού αποτελέσματος ενός φαρμάκου σε ένα άτομο. Στις περιπτώσεις αυτές για να επιτευχθεί το προηγούμενο αποτέλεσμα χρειάζεται να αυξηθεί η δόση. Η ανοχή μπορεί να οφείλεται σε ψυχολογικούς και σωματικούς παράγοντες. Τα χαρακτηριστικά στοιχεία της ανοχής είναι:

α) είναι αντιστρεπτή,

β) αφορά το συγκεκριμένο φάρμακο,

γ) αφορά τη συγκεκριμένη δόση,

δ) αφορά τη συγκεκριμένο τρόπο χορήγησης.

Υπάρχουν πολλά παραδείγματα στην καθημερινή πρακτική. Ανοχή αναπτύσσεται σε ναρκωτικά, στο οινόπνευμα, σε αναλγητικά φάρμακα και αλλού. Ένα κλασικό παράδειγμα είναι η ανοχή που αναπτύσσει ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών στα νιτρώδη φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της στηθάγχης. Κατά την στηθαγχική κρίση για διάφορους λόγους τα αγγεία που τροφοδοτούν αίμα την καρδιά συσπώνται και η αιμάτωση της μειώνεται απότομα. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση έντονου προκάρδιου πόνου από την ισχαιμία του μυοκαρδίου. Η χορήγηση νιτρωδών σε χρόνια θεραπεία προλαβαίνει την αγγειοσύσπαση και την εμφάνιση στηθάγχης. Παρ’όλα αυτά, για να επιτευχθεί σε χρόνια βάση το αποτέλεσμα αυτό σε μερικά άτομα, χρειάζεται προοδευτική αύξηση της δοσολογίας, τα άτομα αυτά δηλαδή αναπτύσσουν ανοχή στα νιτρώδη. Η ερμηνεία του φαινομένου δεν είναι εύκολη και πιστεύεται ότι έχει σχέση με τον υποδοχέα του μονοξειδίου του αζώτου (ΝΟ) που βρίσκεται στις λείες μυϊκές ίνες του τοιχώματος των αγγείων. Τα νιτρώδη συνδέονται με τον υποδοχέα και δημιουργούν Μία ΝΟ ομάδα, η οποία έχει την δυνατότητα να διεγείρει ένα ένζυμο, την guanylate cyclase και να παράγει κυκλικό GMP. Το νουκλεοτίδιο αυτό προκαλεί αγγειοδιαστολή είτε με αναστολή της εισόδου ιόντων ασβεστίου στο κύτταρο είτε προωθώντας την έξοδό τους. Για τη διέγερση όμως της guanylate cyclase απαιτούνται σουλφυδρικές ομάδες (SH). Η συχνή και χρόνια χρήση νιτρωδών οξειδώνει της σουλφυδρικές ομάδες και της εξουδετερώνει. Έτσι φαίνεται ότι σε αυτή την περίπτωση αναπτύσσεται η ανοχή.

Ταχυφυλαξία (tachyphylaxis) ονομάζεται το φαινόμενο όπου αναπτύσσεται ανοχή ταχύτατα μετά τη χορήγηση ολίγων μόνον δόσεων του φαρμάκου. Για ταχυφυλαξία έχει ενοχοποιηθεί η υδραλαζίνη και τα οπιοειδή. Τα τελευταία αναπτύσσουν ταχύτατα ανοχή αλλά αυτή παρέρχεται αν συνεχίσουμε το φάρμακο με μεγαλύτερη δόση ή δώσουμε κάποιο παρόμοιο φάρμακο. Το φαινόμενο οφείλεται μάλλον σε διαταραχή της ευαισθησίας των υποδοχέων των οπιοειδών.

Υποδραστηριοποίηση των υποδοχέων (downregulation), ονομάζεται η κατάσταση όπου αναπτύσσεται αναισθησία ή ανοχή σε ένα φάρμακο μετά από χρόνια χρήση και οφείλεται:

α) σε προοδευτική μείωση της τάσης σύνδεσης του φαρμάκου με τον υποδοχέα,

β) σε μείωση του αριθμού των υποδοχέων στο κύτταρο στόχο και

γ) σε αλλαγή των χημικών ή/και δομικών παραμέτρων τους.

Το γεγονός αυτό μπορεί να είναι πολύ σημαντικό σε μερικές νόσους, όπως το βρογχικό άσθμα, όπου η συχνή χορήγηση β-αγωνιστών (ισοπροτερενόλης), οδηγεί σε υποδραστηριοποίηση των υποδοχέων και κατάργηση της δράσης τους με σοβαρές συνέπειες για τον ασθενή. Μελέτες έδειξαν ότι σε πολλές περιπτώσεις η υποδραστηριοποίηση μπορεί να οφείλεται:

α) στην καταστροφή του υποδοχέα,

β) στη διαφοροποίηση των στερεοχημικών παραμέτρων του και

γ) στη γένεση κυττάρων χωρίς υποδοχείς, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση των οστεοκλαστών μετά χρόνια χορήγηση καλσιτονίνης. Το αντίθετο φαινόμενο έχει παρατηρηθεί επίσης. Η χρόνια χορήγηση αποκλειστών να οδηγεί σε υπερδραστηριοποίηση των υποδοχέων (upregulation). Στην περίπτωση αυτή συνιστάται η μείωση της δόσης του φαρμάκου (β- αποκλειστές) μέχρι να συνηθίσει ο οργανισμός στη νέα κατάσταση. Αντίθετα, η απότομη διακοπή του φαρμάκου θα οδηγήσει σε ανεπιθύμητες ενέργειες (υπέρταση και ταχυκαρδία).

Αντίστροφη ανοχή (reverse tolerance): Πρόκειται για το φαινόμενο της επανάληψης της δράσης ενός φαρμάκου αφού πρώτα έχει εκδηλωθεί ανοχή του από τον οργανισμό. Αυτό συμβαίνει βέβαια αν εαν συνεχισθεί το φάρμακο. Άλλες φορές μπορεί να έχει αναπτυχθεί ανοχή στη δράση του φαρμάκου και όχι στις ανεπιθύμητες ενέργειες. Ο μηχανισμός δεν είναι γνωστός αλλά σίγουρα είναι ιδιαίτερα περίπλοκος. Φάρμακα που αναπτύσσουν αντίστροφη ανοχή είναι οι αμφεταμίνες και οι αναστολείς της επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs).

Φυσική εξάρτηση (physical dependence): Πρόκειται για το φαινόμενο κατά το οποίο η συνεχής χορήγηση ενός φαρμάκου προκαλεί προοδευτική ανοχή του που οδηγεί σε βαθμιαία εξάρτησή του από τον οργανισμό. Η διακοπή του ή η προσπάθεια μείωσης της δόσης του οδηγεί σε στερητικό σύνδρομο (παραισθήσεις, διαταραχές της αρτηριακής πίεσης, τρόμο, σπασμούς κ.ά.). Φάρμακα που μπορούν να προκαλέσουν επικίνδυνα για τη ζωή στερητικά φαινόμενα είναι τα βαρβιτουρικά, το οινόπνευμα, οι βενζοδιαζεπίνες, τα οπιοειδή και άλλα. Ακόμη, φυσική εξάρτηση αναπτύσσεται μετά από χρόνια χρήση νικοτίνης και καφεΐνης. Η εξάρτηση προσεγγίζεται θεραπευτικά με προοδευτική μείωση της δόσης και αντικατάσταση του υπεύθυνου φαρμάκου από κάποιο άλλο με λιγότερα στερητικά συμπτώματα. Η φυσική εξάρτηση διαφέρει από την ψυχολογική διότι η πρώτη οφείλεται σε πραγματικούς σωματικούς μηχανισμούς που αναπτύσσονται βαθμιαία και οδηγούν σε προοδευτική ανάπτυξη ανοχής ενώ η δεύτερη δεν είναι αποτέλεσμα ανάπτυξης ανοχής.

Σύνδρομο αναπήδησης (rebound syndrome): Η απότομη διακοπή ή η ταχεία μείωση της δόσης μερικών φαρμάκων έχει σαν αποτέλεσμα την επανεμφάνιση συμπτωμάτων για την καταστολή των οποίων είχαν αρχικά χορηγηθεί και μάλιστα με μεγαλύτερη ένταση παρ’όλο που δεν έχει αναπτυχθεί ανοχή σε αυτά. Αυτό το φαινόμενο παρατηρείται σε φαρμακευτικές κατηγορίες όπως τα ηρεμιστικά (βενζοδιαζεπίνες, αντιεπιληπτικά, κορτιζόνη, ναρκωτικά και άλλα) και πιθανότατα οφείλεται σε υπερευαισθησία των υποδοχέων.

Διασταυρούμενη ανοχή (cross tolerance): Ονομάζεται το φαινόμενο όπου η ανάπτυξη ανοχής σε ένα φάρμακο οδηγεί στην ανάπτυξη ανοχής σε όλα τα παρόμοια φάρμακα. Δεν είναι ιδιαίτερα σπάνιο αλλά μπορεί να συμβεί σε αναλγητικά, αντιιικά, αντιβιοτικά καθώς και σε άλλες φαρμακευτικές κατηγορίες. Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται και με άλλες ουσίες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι καπνιστές οι οποίοι εμφανίζουν μεγαλύτερη ανοχή στην επίδραση της καφεΐνης από τους μη καπνιστές.

Αντίσταση στο φάρμακο (drug resistance): Είναι το φαινόμενο που αναπτύσσεται κατά τη χορήγηση αντιβιοτικών και οφείλεται στο γεγονός ότι οι μικροοργανισμοί, μέσω μηχανισμών φυσικής επιλογής, κατορθώνουν να δημιουργήσουν ανθεκτικά στελέχη για το συγκεκριμένο αντιβιοτικό ή για παρόμοια με αυτό αντιβιοτικά. Οι συγκεκριμένοι μηχανισμοί αναλύονται στο κεφάλαιο για τους μηχανισμούς δράσης των αντιβιοτικών.

Απευαισθητοποίηση (desensitization): Είναι η διαδικασία της οποίας η εφαρμογή οδηγεί στη μείωση ή την εξάλειψη της αρνητικής αντίδρασης του οργανισμού σε κάποια ουσία ή φάρμακο. Στην πρακτική εφαρμόζεται συνήθως με πρωτεϊνικά φάρμακα που έχουν προέλευση από άλλα ζώα όταν η δημιουργία τους από άνθρωπο δεν ήταν δυνατή. Η διαδικασία της χορήγησης συνεχών μικρών δόσεων εξαντλεί το ανοσολογικό σύστημα του ανθρώπου στη συγκεκριμένη ουσία και η αλλεργική (ανοσολογική) αντίδραση που εκδηλώνει είναι περιορισμένη αρχικά και μηδενική τελικά.

Μιθριδατισμός (mithridatism): Είναι η πρακτική της χρόνιας λήψης μη θανατηφόρων δόσεων κάποιου δηλητηρίου, έτσι ώστε ο οργανισμός να συνηθίζει το δηλητήριο έτσι ώστε όταν αυτό ληφθεί σε τοξική δόση να μην προκαλεί πλέον τον θάνατο. Την πρακτική αυτή της προοδευτικής ανοσίας σε κάποιο δηλητήριο, εφάρμοζε ο Μιθριδάτης, βασιλιάς του Πόντου κατά την Ρωμαϊκή εποχή. Την πρακτική αυτή εφαρμόζουν και σήμερα επαγγελματίες ή επιστήμονες οι οποίοι έρχονται σε επαφή με δηλητηριώδη φίδια ή έντομα.